Στα ταξίδια μας, μικρά ή μεγάλα, μέχρι το κέντρο της πόλης μας ή
κάποιας άλλης, σε άλλη χώρα, στη διαδρομή μέχρι το κέντρο μου ή μέχρι το δικό
σου, υπάρχει εκείνο το αποδεκτό όριο, που αφήνουμε ή μας αφήνουν, πράγματα ή
άνθρωποι γύρω μας, που μας επιτρέπει τη γνώση ή απλά την αναγνώρισή τους.
Έχω ακόμα μια στη βαλίτσα μου κι ο πειρασμός να της τη δώσω
μεγαλώνει. Να έχει συντροφιά τις μέρες που ‘χει να περάσει εδώ, κρατώντας τις
μικρές πριγκίπισσες της κόρης της, που
έχει κάτι λίγο παραπάνω από δέκα χρόνια στην Αγγλία. Όμως την έχω για να
ταξιδέψει κάπου αλλού μοναδικά και δεν τη δίνω.
Κριτικός βιβλίων δεν είμαι. Κριτικός δεν είμαι γενικά. Αν κάτι δε
μου άρεσε ποτέ δεν θα μ’ ακούσεις να μιλάω άσχημα γι’ αυτό. Μα αν κάτι μου
αρέσει θα στο δείξω και εσύ να χαμηλώσεις, να δεις την ομορφιά. Να κάνεις, αν
θέλεις, γνωστό το άγνωστό σου. Όπως εκείνη η κυρία, λίγο της έδειξα και εκείνη
άπλωσε να μάθει πως γίνεται η ομορφιά δική της. Μα σκέφτομαι, στις χώρες μας,
όλα αυτά κι αυτούς, την κάθε ομορφιά που πλησιάζουμε κι ύστερα ανοίγουμε την
αγκαλιά, μετά θα κλείσουμε τα χέρια και τότε είναι που καμιά φορά ξεχνάμε να
κοιτάμε μεσ’ στην αγκαλιά και γίνεται άγνωστο ξανά εκείνο το γνωστό μας. Και αφού σου γράφω για εκείνο
μεσ’ στην αγκαλιά, σου λέω ίδια πράγματα και για την αγκαλιά την ίδια.
Κι είμαστε κάποιοι άνθρωποι, που όταν θα μιλήσουμε γι’ αυτά, να
ξέρεις πως ο πρώτος αποδέκτης, δεν είναι άλλος παρά ο εαυτός μας.