Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2018

εβδομήντα δύο μέρες το ίδιο



εβδομήντα δύο πρωινά πριν ξυπνήσει το νερό στο πρόσωπό του τις έβλεπε δύο. δευτερόλεπτα μετά και αφού είχε ξυπνήσει, διαπίστωνε ότι ήταν μια στον καθρέφτη και μια στην πραγματικότητα. το μαύρο λαστιχάκι που κρατούσε τα μαλλιά της, έμενε να κρατάει πεισματικά σφιχτά μια μοναδική τρίχα, μισή περασμένη σαν ελατήριο αγκαλιαστά στο σώμα του. ευδιάκριτο στρώμα σκόνης ακαθόριστου σχήματος περίκλειε την τρίχα και το λάστιχο. δεν ήταν ότι δεν καθάριζε συχνά, ήταν που από μόνη της εκεί το είχε αφήσει την τελευταία φορά που της ζήτησε να της λούσει τα μαλλιά και δεν τον άφησε. την άφησε εκείνος όμως να γδυθεί μόνη της και πρόλαβε μονάχα να τη δει λίγο κρυφά ξαναπερνώντας έξω από το μπάνιο πριν τον δει και κλείσει και την πόρτα.

αντί να εξασθενεί η ανάμνηση εξασθενούσε αυτός. γινόταν όλο και πιο αδύναμος στην ανάμνηση. αδύναμος και αδύνατος. τρίχα από τα μαλλιά της που είναι έτοιμη να σπάσει στο βάρος του θυμάμαι. 

την είχε πετύχει σε συνάντηση κινηματογραφικού πλάνου με μόνη διαφορά ότι από τους ηθοποιούς μόνο εκείνη ήταν όμορφη. το κρύο τη βοήθησε να κρατήσει βαθιά τα δάχτυλα στις τσέπες ώστε να μη του αφήσει ούτε τον τυπικό χαιρετισμό. μα αν τα έβγαζε δεν θα τα άφηνε αυτός στιγμή από το στόμα. και σαν να άκουσε τη σκέψη του, εκείνη έσκυψε και εκείνος νόμιζε πως είδε στο κεφάλι της εκείνο το κενό που είχε αφήσει η τρίχα που κρατάει ανέγγιχτη στο μπάνιο και αμέσως τρόμαξε μηπώς μια μέρα τη ζητήσει πίσω.

τον ρώτησε τι κάνει. είπε καλά, μ' αυτός δε ρώτησε το ίδιο.

''αν με είχες αφήσει να σου λούσω εκείνη τη μέρα τα μαλλιά δεν θα 'τανε το ίδιο''

κι εκείνη έβγαλε από τη ζεστασιά το χέρι και το ακούμπησε στο μάγουλο ακόμα πιο ψυχρά απ' τον αέρα.

''το ίδιο θα ΄τανε''

κι ύστερα άρχισε να περπατά μπροστά. και πέρασε. ούτε από τα δεξιά, ούτε από αριστερά, μα από μέσα του. και ήταν η πρώτη τους φορά, που ενώ ο ένας έμπαινε στον άλλο, αυτή η πράξη, τον άφηνε. το ίδιο.