Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

χιλιόμετρα και εικόνες

Τριακόσια εξήντα χιλιόμετρα και κάτι ψιλά επαρχιακός και αυτό μόνο στο πήγαινε. Και αν φαντάζει πιο κουραστικό από την εθνική πίστεψέ με δεν είναι.

Όλη η διαδρομή γεμάτη βιοτεχνίες - παράγκες  «πωλείται ή ενοικιάζεται όλο ή τμηματικά». Και ποιος να το πάρει; Αν έλειπε το τμηματικά θα έλεγα ότι φταίει που πωλείται ή ενοικιάζεται όλο. Τώρα δεν έχω δικαιολογία.

Στρέμματα ατελείωτα με φωτοβολταϊκά, καλαμπόκια και ηλίανθους.

Κάνει ζέστη στο περισσότερο της διαδρομής. Το αυτόματο πότισμα δίνει και παίρνει.

Γύρνα λίγο να ποτίσεις και το δρόμο ρε σνομπαρία. Δρόσισέ μας  που το παίζεις ιστορία και μας έχεις γυρίσει πλάτη.

Από μακριά διακρίνω ένα τρίκυκλο. Αναστατώνομαι και ανασηκώνομαι στη θέση μου, έχει πάρει κλίση αριστερά και νομίζω θα ανατραπεί. Με διαψεύδει πανηγυρικά και πλησιάζοντας διακρίνω έναν κύριο με την κυρία του. Η κυρία αριστερά έχει πιάσει τα τέσσερα πέμπτα από το κάθισμα και έχει υποχρεώσει το τρίκυκλο να σουζάρει από αριστερά. Τα τροφαντά της μπούτια δεν χωρούν κάτω από το λουλουδάτο φόρεμα και το ένα της χέρι έχει αγκαλιάσει το σύζυγο από το λαιμό, σχεδόν τον πνίγει. Εκείνος έχει απλώσει τα χέρια, έτοιμος για εξάρθρωση, για να πιάνει το τιμόνι και κρατά κόντρα με τα πόδια ίσα να μην βρεθεί εκτός καθίσματος αλλά και τόσο ώστε να μην τον πνίξει η αγάπη της καλής του.

Οι ευθείες πολλές και μεγάλες, σε μια δεξιά παρατεταμένη ανηφορική, αναστατώνομαι.

«Θα ξύσουμε, θα ξύσουμε

Ναι. Λέω να ανοίξω το κράνος να βάλω δάχτυλο και να ξύσω τη μύτη μου. Και αυτό θα είναι και το μοναδικό ξύσιμο που θα νιώσω.

Ένα τσαλακωμένο αυτοκόλλητο στο πίσω μέρος ενός συμπαθέστατου κουβαδακίου «baby on board»  μου τραβά της προσοχή μέχρι να το προσπεράσουμε. Είναι σαν να το τσαλάκωσαν και μετά να το κόλλησαν. Στα πίσω καθίσματα δεν χωρά να περάσει ούτε ο αέρας που αναπνέουν.

«Πράγματα. Τι τα θέλουν τόσα πράγματα. Λογικό να τσαλακωθεί το παιδί στο πίσω κάθισμα»

Στο λασπωτήρα ενός φορτηγού διαβάζω cargobull. Στο τέλος της λέξης ένα ελεφαντάκι με την προβοσκίδα στον ουρανό. Κάτι δεν έχω καταλάβει καλά.

Σε όλη τη διαδρομή μέτρησα τρία κατσαριδάκια. Ένα κίτρινο, ένα πράσινο και ένα πορτοκαλί. Κατά καιρούς έχω δει και άλλα. Γεμάτα χώμα και χρωματιστά λουλούδια.

Μα είναι όμορφα από μόνα τους. Ας  ομόρφαιναν ένα άσχημο αυτοκίνητο και ας το έκαναν γλάστρα.


Ο Ηλίας πότε έρχεται από την Αμερική;

Σκέφτομαι βλακείες και μαζεύω εικόνες. Αν αρχίσω να σκέφτομαι χαράτσια δάνεια και χρέη θα ανατιναχθεί ο εγκέφαλός μου. Θα γεμίσω το κράνος αίματα και μυαλά και άντε να το καθαρίσω μετά.

Γιατί έχει τόσα ξερά γαϊδουράγκαθα; Γιατί δεν υπάρχουν γαϊδούρια να τα φάνε.

Αναμενόμενο.

Έξω από τη Γραβιά, ενώ τα χιλιόμετρα φεύγουν ακόμα κάτω από τα πόδια μου, αφήνομαι να κάτσω σε ένα ξύλινο παγκάκι, κάτω από έναν πλάτανο. Η λιμνούλα είναι γεμάτη ξερά φύλλα που κάνουν βαρκάδα.  Εκατοντάδες τζιτζίκια με νανουρίζουν.

Διαπιστώνω ότι όπως κάθομαι πάνω στο μηχανάκι, αν τοποθετήσω το κεφάλι μου ευθεία,  κρατήσω λίγο ψηλά το λαιμό μου και κλείσω στιγμιαία τα μάτια, έτσι όπως μπαίνει ο αέρας μέσα στο κράνος, κάνει σαν εκατοντάδες τζιτζίκια. Μπορεί να φταίνε και τα πλατάνια δεξιά και αριστερά στο δρόμο, αλλά μου αρέσει να το σκέφτομαι έτσι γιατί θα μπορώ να το έχω μαζί μου ακόμα και όταν τελειώσουν τα πλατάνια.

Στο Χάνι της Γραβιάς κάνουμε στάση και ψάχνω να βρω ένα χαρτί να σημειώσω τις μπερδεμένες σκέψεις μου, μην τυχόν και χάσω τα σημαντικά μου απομνημονεύματα. Βρίσκω ένα Α4 γεμάτο με τις συμμετοχές του ράλι ακρόπολις. Ευτυχώς στην πίσω σελίδα είναι μόνο οι ελληνικές  που είναι λίγες. Ο Ανδρούτσος με κοιτά με το ασπράδι που έκατσα στο τοιχάκι του να γράψω πέντε λέξεις. Νιώθω το μουστάκι να κινείται και του κλείνω το μάτι.

Και φτάνουμε στο Μπράλο. Ένας δρόμος έρωτας. Ένας δρόμος χορός. Σαν να λέμε μπάλος. Μερικές σταγόνες στάζουν στο κράνος μου. Ελάχιστες, μα και έτσι έχουν πιάσει και τραβάνε από τα πόδια το χώμα. Και εκείνο δυσανασχετεί και αρχίζει και μυρίζει.

Προσπερνάμε δύο πιτσιρίκια, το ένα με παπί το άλλο με σκούτερ. Κράνη, μπουφάν, γάντια, σαμαράκια. Θέλω να σταματήσω να κατέβω να τα φιλήσω. Όνειρα με τα παπιά. Με ότι έχουμε. Με ότι μας έμεινε.

Μπαίνοντας στη Λάρισα ο κάμπος καίγεται. Κατάμαυρα καμένα μπαλώματα, ανάμεσα σε μπεζ ξερά χωράφια. Και το μπάλωμα με κόκκινη κλωστή ραμμένο που ακόμα σιγοκαίει.

Πότε φτάσαμε ούτε που το κατάλαβα. 
Χιλιόμετρα και εικόνες.

Και φίλοι. Αυτοί οι περίεργοι τύποι που κάθε λεπτό συνύπαρξης μαζί τους λειτουργεί σαν την καλύτερη ψυχοθεραπεία.  


(στον ros koup, που μας υποχρέωσε να κάνουμε τριακόσια εξήντα χιλιόμετρα μόνο στο πήγαινε, και την ικανότητα του να χαρίζει χαμόγελα ακόμα και όταν του λείπουν)


8 σχόλια:

  1. Ωραία ταξίδια κάνεις όταν κυνηγάς, πλούσια.


    υ.γ: Και για τα "κουβαδάκια" μου είσαι επίσης γνώριμη... Αυτό που με ενοχλούσε, ώσπου το έκανα παιχνίδι, είναι η αποφυγή των καθρεφτών τους. Θα ήταν too easy -too simple- χωρίς αυτούς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ωραία ταξίδια κάνεις όταν έχεις ανοιχτά όλα σου τα "μάτια".

    υ.γ.1 Θα μπορούσες ενίοτε να τους ξηλώνεις. Έτσι και αλλιώς, σε αρκετούς κουβαδιστές είναι άχρηστοι. :Ρ

    υ.γ.2 Μπαμπά; Δεν είναι αυτό που νομίζεις! :Ρ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. "Μερικές σταγόνες στάζουν στο κράνος μου. Ελάχιστες, μα και έτσι έχουν πιάσει και τραβάνε από τα πόδια το χώμα. Και εκείνο δυσανασχετεί και αρχίζει και μυρίζει."

    Φυσικά!..


    υ.γ.1: Είναι και αυτός ένας τρόπος για να τους κάνεις να αντιληφθούν τη χρήση τους. Βέβαια μια άλλη οπτική πάνω στο θέμα κάνει λόγο για το κόστος αντικατάστασης, μια τρίτη για το περιβαλλοντικό κόστος και μια τέταρτη για τα ωφέλη της μείωσης των "ατυχημάτων" ενώ η συνέχεια αυτής θα έκανε λόγο και για τα επακόλουθα κόστη περίθαλψης. Κι έχει κι άλλες!

    υ.γ.2: Δεν σε αναγνωρίζω! :Ρ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Φυσικά...

      υ.γ.1: Μπαμπά όντως εσύ;!

      υ.γ.2: Εγώ σε αναγνώρισα! :Ρ

      Διαγραφή
  4. υ.γ.2 σε 1: Νομίζεις! :Ρ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. http://www.youtube.com/watch?v=uDxt8w9DeDU


    C.

    ΑπάντησηΔιαγραφή